- διαδιδράσκοντα
- διαδιδράσκωrun awaypres part act neut nom/voc/acc plδιαδιδράσκωrun awaypres part act masc acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
διαδιδράσκοντ' — διαδιδράσκοντα , διαδιδράσκω run away pres part act neut nom/voc/acc pl διαδιδράσκοντα , διαδιδράσκω run away pres part act masc acc sg διαδιδράσκοντι , διαδιδράσκω run away pres part act masc/neut dat sg διαδιδράσκοντι , διαδιδράσκω run away… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)